Καινούργιες οικοδομές στη Θεσσαλονίκη: Συν και πλην

Τα τελευταία 2 χρόνια έχει αυξηθεί κατά πολύ από τη μεριά των αγοραστών  η ζήτηση για ακίνητα σε καινούργιες και νεόδμητες οικοδομές, ειδικά στην ανατολική πλευρά της Θεσσαλονίκης. Είτε πρόκειται για ιδιοκατοίκηση, είτε για εκμετάλλευση – οι πελάτες προτιμάνε τις οικοδομές κατασκευής από 2000 και άνω. Στην ακραία περίπτωση – μετασεισμικές οικοδομές (μετά το 1979), ανεξαρτήτως εάν οι προσεισμικές οικοδομές χαρακτηρίστηκαν ως «κίτρινες» ή «πράσινες»μετά τον σεισμό.

Υπάρχει άραγε λόγος για τόσο μονόπλευρη κατεύθυνση και αποκλεισμό των πιο παλαιών οικοδομών;

Προτείνουμε να αναλύσουμε τα συν και τα πλην και των δύο πλευρών.

  • Τα συν μιας καινούργιας οικοδομής είναι γνωστά και προφανή: ξεκινάμε από την μοντέρνα αρχιτεκτονική και καταλήγουμε σε καινούργιες υδραυλικές και ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις. Σε πολλές περιπτώσεις (αν και όχι απαραίτητα) μιλάμε και για θέση στάθμευσης στο υπόγειο ή στην πυλωτή της οικοδομής, και για αποθήκη
  • ΤΟΠΟΘΕΣΊΑ
    Για ευνόητους λόγους, το να βρεις καινούργια οικοδομή σχεδόν πάντα σημαίνει ότι πρέπει να απομακρυνθείς από το κέντρο της πόλης και να φτάσεις τα προάστια.
  • ΜΕΙΚΤΑ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΑ
    Κάτι τυπικό για τη Θεσσαλονίκη: σε αντίθεση με την Αθήνα, η αγορά της Θεσσαλονίκης λειτουργεί με μεικτά τετραγωνικά και όχι με καθαρά. Η διαφορά ανάμεσά τους σε μια οικοδομή χρονολογίας έως και 1980 θα είναι ελάχιστη, ενώ για όσο πιο καινούργια οικοδομή μιλάμε, τόσο πιο πολύ μεγαλώνει η διαφορά των μεικτών και των καθαρών τετραγωνικών, φτάνοντας έως και 20%.
    Με αποτέλεσμα οι πελάτες οι οποίοι ενδιαφέρθηκαν για ένα δυάρι π.χ.των 70τ.μ., επί τόπου βρίσκονται σ’ ένα διαμέρισμα το πολύ των 55τ.μ. καθαρά. Ο λόγος μιας τέτοιας διαφοράς είναι η μεγάλη επιφάνεια κοινόχρηστων χώρων σε καινούργια οικοδομή, από τους οποίους κάθε διαμέρισμα μετράει ένα ποσοστό (δεν μιλάμε για μπαλκόνια, δεν μπαίνουν ποτέ στα μεικτά).
  • ΥΨΟΣ ΤΑΒΑΝΙΟΥ
    Για όσους εκτιμούν σ’ ένα σπίτι το ψηλό ταβάνι, αναγκαστικά θα πρέπει να προχωρήσουν σε πιο παλαιές, προσεισμικές οικοδομές, μπορεί και διατηρητέες. Το ύψος ταβανιού σε μια καινούργια οικοδομή συνήθως κυμαίνεται από 2,50 έως 2,70εκ.
  • ΤΙΜΕΣ
    Η έλλειψη νεόδμητων πολυκατοικιών κέντρο-ανατολικά και η μεγάλη ζήτηση οδήγησαν σε αρκετά υψηλές τιμές  σε καινούργια σπίτια, που σήμερα το 2020 ξεκινάνε από €2.000 ανά τ.μ. και άνω.
  • ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΜΕΝΑ ΑΚΙΝΗΤΑ
    Ταυτόχρονα, ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός σε καινούργια σπίτια είναι τα πλήρως ανακαινισμένα. Όσο παράξενο και να ακούγεται, αλλά ένα ριζικά ανακαινισμένο σπίτι πολλές φορές νικάει το νεόδμητο από θέμα ποιότητας υλικών και άνεσης εσωτερικών χώρων.
  • ΣΧΕΤΙΚΗ ΠΑΛΑΙΟΤΗΤΑ
    Συνηθίσαμε και αποκαλούμε «παλαιές» τις  οικοδομές του κέντρου χρονολογίας 1950 – 1980. Να μην ξεχνάμε όμως, ότι μιλάμε για Θεσσαλονίκη – μια πόλη ηλικίας πάνω από 2000 χρόνια, με πολλά ιστορικά και διατηρητέα κτίρια στο κέντρο και στην Λεωφόρο Βασιλίσσης Όλγας. Όπως και σε όλες τις παλαιές πόλεις της Ευρώπης, το κέντρο της αποτελείται από κτίρια αρκετά μεγάλης ηλικίας.
    Με ποια λογική λοιπόν δεχόμαστε ως γεγονός ότι στο κέντρο του Λονδίνου ή του Παρισιού θα αγοράσουμε διαμέρισμα στην οικοδομή του 1850, και από την άλλη ψάχνουμε μόνο μετασεισμική οικοδομή στην Τσιμισκή, ενώ δεν υπάρχει;   

Μια καινούργια οικοδομή από μόνη της είναι δελεαστική για τον αγοραστή μόνο όσο παραμένει καινούργια.

Αντιθέτως, μια οικοδομή υψηλής ποιότητας κατασκευής και με καλή τοποθεσία παραμένει δελεαστική για τον αγοραστή ακόμα και τότε που θα πάψει να είναι καινούργια. Και εδώ αξίζει να δίνουμε σημασία.

‘Ελενα Παυλίδη – Σύμβουλος Ακινήτων | Arcus Real Estate

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *